The Kite That Sailed The Sky

Όταν ακούμε τη λέξη ελπίδα, το πρώτο πράγμα που μας έρχεται στο μυαλό δεν είναι τίποτε παραπάνω από την πίστη που έχει κάποιος ότι διαθέτει τόσο τη θέληση όσο και τον τρόπο ή τις συνθήκες, ώστε να πετύχει τους στόχους του, όποιοι κι αν είναι αυτοί. Τόσο μεγάλο νόημα, μα τόσο λίγη προσοχή.
Στο μύθο με το κουτί της Πανδώρας, γνωστή και ως πριγκίπισσα της αρχαίας Ελλάδας και κατά άλλους, δημιούργημα των θεών ως τιμωρία για τον Προμηθέα, που έκλεψε τη φωτιά, αποδίδοντάς τη στην ανθρωπότητα, βλέπουμε πως η ελπίδα έχει βαρύνουσα σημασία, καθώς αποτελεί το μοναδικό αντίδοτο, που έκανε την ανθρώπινη δυστυχία υποφερτή.
Στην ελληνική μυθολογία, η Ελπίς είναι το πνεύμα της ελπίδας. Είναι κόρη της Νυκτός και μητέρα της Φήμης. Απεικονίζεται, επίσης, ως νεαρή γυναίκα, που κουβαλά λουλούδια ή κέρας της αφθονίας στα χέρια της.
Στα Έργα καί Ημέραι του Ησιόδου, η Ελπίς ήταν το τελευταίο στοιχείο στο κουτί της Πανδώρας. Με βάση την περιγραφή του Ησιόδου, η συζήτηση είναι ακόμα ανοιχτή για να καθοριστεί αν η Ελπίδα αντιστοιχούσε μονάχα στο αίσθημα της ελπίδας, ή αν γενικότερα αποτελεί και την προσδοκία. Το αντίστοιχό της στη ρωμαϊκή μυθολογία ήταν η Spes.
Η Πανδώρα, λοιπόν, σκόρπισε αμέσως το περιεχόμενο του κουτιού, σκόρπισε δηλαδή όλα τα δεινά, τα οποία μαστίζουν αδιαλείπτως την ανθρωπότητα.
Ο Ησίοδος, στη συνέχεια μάς λέει, “η γη και η θάλασσα είναι γεμάτα κακό” (101). Ένα στοιχείο, ωστόσο, δεν ξεφεύγει από το βάζο (96–99) κι αυτό είναι η ελπίδα:

Μόνο η Ελπίδα έμεινε μέσα στο άθραυστο σπίτι της,
παρέμεινε κάτω από το χείλος του βάζου και δεν πέταξε μακριά.
Προτού το καταφέρει [να πετάξει μακριά], η Πανδώρα πρόλαβε να αντικαταστήσει το καπάκι του βάζου.
Αυτό ήταν το θέλημα του αιγιδοφόρου Διός του νεφεληγερέτη.

Πριν περάσουμε στην ελπίδα ως μέρος της ανεπτυγμένης συναισθηματικής νοημοσύνης, παρατηρούμε πως ο Δίας στο παραπάνω απόσπασμα από το ποίημα του Ησιόδου στα Έργα καί Ημέραι, χαρακτηρίζεται ως αιγιδοφόρος και νεφεληγερέτης.

Αναλυτικότερα, ο Δίας ονομαζόταν στα Αρχαία Ελληνικά Ζευς. Η ετυμολογία της λέξης είναι η εξής: Προέρχεται από την Ινδοευρωπαϊκή ρίζα Dyēus, που σύμφωνα με τους γλωσσολόγους προέρχεται από τον πρώτο-ινδο-ευρωπαϊκό θεό της ημέρας Dyēus ph2tēr (“Sky Father”), που προέρχεται από την ριζά dyeu– (“to shine”) και div-, που σημαίνει ουρανός και έδωσε ακόμα την ελληνική λέξη Θεός και άλλες λέξεις σχετικές με το θείο. Η έκφραση Ζευς πατήρ, αντιστοιχεί στο Diespiter (Juppiter) των Ρωμαίων, το Jupater των Όμβρων και το Dyaus Pita των αρχαίων Ινδών. Από την ίδια ρίζα προέρχεται και το αγγλικό day που σημαίνει μέρα.

Ο Δίας είναι ο θεός του ουρανού και του κεραυνού, υπήρξε ανέκαθεν μετεωρολογικός θεός, ελεγκτής της αστραπής, του κεραυνού και της βροχής. Ήταν ο δυνατότερος και σπουδαιότερος όλων των μυθολογικών όντων και θεών. Γνωρίζουμε, μάλιστα, ότι ο Θεόκριτος περίπου το 265 π.Χ. έγραψε: «άλλοτε είναι καθαρός ο Δίας, άλλοτε βρέχει». Στο ομηρικό έπος της Ιλιάδας, έστελνε τους κεραυνούς στους εχθρούς του.

Άλλα εμβλήματά του, ήταν ο αετός και η αιγίς. Από δέρμα κατσίκας ήταν κατασκευασμένη και η ασπίδα του, την οποία έφτιαξε ο Ήφαιστος από το δέρμα της Αμάλθειας, της κατσίκας, με το γάλα της οποίας είχε ανατραφεί ο Δίας. Τη στόλισε κιόλας με λαμπρές παραστάσεις. Μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις ο Δίας τη δάνειζε στα πιο αγαπημένα του παιδιά, την Αθηνά και τον Απόλλωνα.

Ο Όμηρος και ο Ορφέας ονομάζουν το Δία «αιγίοχο», ακριβώς επειδή κρατούσε την αιγίδα. Όταν ο Δίας την έσειε, προκαλούσε πανικό (αστραπές και βροντές: δηλαδή καταιγίδα).

Επιπροσθέτως, νεφεληγερέτης, ήταν το προσωνύμιο που αποδόθηκε από τον Όμηρο στο Δία και χαρακτηρίζει εκείνον που μαζεύει σύννεφα.

Μερικά ακόμα τυπικά επίθετα, που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι για να χαρακτηρίσουν τον κορυφαίο θεό του Πανθέου των Ολυμπίων ήταν: Βροντοφόρος, Πάνσοφος Κρονίδης (υιός του Κρόνου), Αιγιδοφόρος, Ολύμπιος, Νεφελοσυνάκτης, Βροντητής, Μαυροσύννεφος, Βροντόφωνος.

Επιστρέφοντας στο στοιχείο από το οποίο ξεκίνησε όλη η συζήτηση, στην ελπίδα δηλαδή και παραμένοντας στο μύθο με το κουτί της Πανδώρας, παραθέτω το παρακάτω απόσπασμα από τα Έργα καί Ημέραι:

«Μόνο η Ελπίδα έμεινε μέσα στο άθραυστο μεγάλο πιθάρι και δεν πέταξε έξω, γιατί την κράτησε εκεί το πώμα με τη θέληση του Δία και γέμισε η πλάση αρρώστιες και δυστυχία, που έπλητταν στο εξής, μέρα-νύχτα τους θνητούς σιωπηρά, γιατί ο Δίας τους είχε πάρει σοφά τη λαλιά.

Καθώς όλες οι δυστυχίες πλησίαζαν βουβά, ύπουλα δηλαδή, κανείς δεν μπορούσε να φυλαχτεί και να γλιτώσει από το θέλημα του Δία».

Με άλλα λόγια, ο Δίας τιμωρεί το ανθρώπινο γένος εξαιτίας του παραπτώματος του Προμηθέα, ωστόσο αφήνει εκείνο το στοιχείο, εκείνο το τελευταίο και πιο μικρό χαρακτηριστικό, που αν του δώσεις τη σωστή προσοχή και το χρησιμοποιήσεις με το σωστό τρόπο, θα σου ξεκλειδώσει το μεγαλείο του χαρίζοντάς σου πνευματική διαύγεια, προκειμένου να ξεπεραστεί κάθε εμπόδιο, μα και κάθε δυσκολία.

Αν ο Δίας ήθελε πραγματικά το κακό των ανθρώπων, γιατί τότε φρόντισε στο πιθάρι με τα δεινά να υπάρχει και η Ελπίδα; Αυτό δείχνει ευσπλαχνία, ενώ ο Ησίοδος τον παρουσιάζει έξαλλο με τον Προμηθέα και την ανθρωπότητα.

Ο Δίας άφησε την ελπίδα μέσα στο κουτί και τελευταία, μετά από κάθε είδους κακό και σκοτεινό, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο στους ανθρώπους πως πάντοτε υπάρχει λύση στο πρόβλημα, αρκεί να μην το κοιτάς και να εστιάσεις την προσοχή σου στη φωτεινή και λαμπερή, γεμάτη ζωή, ελπίδα!

Ο Αισχύλος έχει μια διαφορετική εκδοχή. Σε εκείνον, το πραγματικό δώρο του Προμηθέα στους ανθρώπους αποτελεί η ελπίδα και δεν είναι κλεισμένη στο πιθάρι της Πανδώρας.

Στο στίχο 250, όταν ο χορός ρωτά τον Προμηθέα ποιο ήταν το αμάρτημα για το οποίο τιμωρείται, εκείνος απαντά:

«έκανα τους θνητούς να πάψουν να προβλέπουν το θάνατό τους ως μοιραίο»
«και τί φάρμακο βρήκες γι’ αυτό;» ρωτά ο χορός
«τους έδωσα τυφλές ελπίδες» απαντά εκείνος
«σπουδαία λύση βρήκες» λέει ο χορός
«τους έδωσα και τη φωτιά» λέει ο Προμηθέας

Από το κείμενο δεν αποσαφηνίζεται αν ο Αισχύλος εννοεί πως ο Προμηθέας ήταν εκείνος που σφάλισε το πιθάρι της Πανδώρας και φύλαξε την ελπίδα για στερνό καταφύγιο του ανθρώπου ή αν εννοεί πως εκείνος ήταν η αιτία να δοθεί στους ανθρώπους το δώρο της ελπίδας.

Μπορεί, επίσης, να εννοεί ότι, δίνοντας στους ανθρώπους τη φωτιά, τους έδωσε ουσιαστικά ελπίδες για μια καλύτερη ζωή.

Η ελπίδα λαμβάνει και μια ακόμα διάσταση, πιο ψυχολογική, την οποία στις μέρες μας παρακάμπτουμε και δεν λαμβάνουμε καθόλου υπόψιν.

Το να έχει κανείς ελπίδα έχει την έννοια ότι δεν κάμπτεται από τα άγχη που τον συνθλίβουν, δεν υιοθετεί ηττοπαθή στάση και δε νικιέται από την κατάθλιψη μπροστά σε δύσκολες προκλήσεις ή εμπόδια. Τεχνικά, η ελπίδα είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια αφελή πεποίθηση πως όλα θα πάνε καλά.

Κοινά χαρακτηριστικά ανθρώπων με υψηλά επίπεδα ελπίδας είναι:

         I. η ικανότητα για εύρεση κινήτρων
         II. η αίσθηση της επινοητικότητας που βοηθά κάποιον στην επίτευξη των στόχων του
         III. η ικανότητα να δίνει κανείς κουράγιο στον εαυτό του
         IV. η ευελιξία προσέγγισης ενός στόχου με διαφορετικούς τρόπους
         V. η αποσύμπλεξη από την αίσθηση της μη ικανότητας με:
                 1. αντικατάσταση των απραγματοποίητων στόχων με άλλους
                 2.επιμερισμό βαριών καθηκόντων σε μικρότερα και ευκολότερα

Σύμφωνα, μάλιστα, με μελέτες από πειράματα ψυχολόγων σε ομάδες φοιτητών, η ελπίδα ήταν καλύτερος δείκτης πρόβλεψης των βαθμών του πρώτου εξαμήνου από ότι οι επιδόσεις τους σε τεστ συνδεδεμένα με το δείκτη νοημοσύνης τους. Σε φοιτητές, μάλιστα, με ισοδύναμη πνευματική ικανότητα στον τομέα των ακαδημαϊκών επιδόσεων, η ελπίδα ήταν η ειδοποιός διαφορά εκείνων που έπαιρναν τελικά τις υψηλότερες βαθμολογίες.
Συνεπώς, από τα παραπάνω προκύπτει πως, η ελπίδα είναι ένα δώρο εξ’ ουρανού, που δόθηκε στους ανθρώπους για να χρησιμοποιηθεί ως όπλο έναντι όλων των δεινών. Βέβαια, όπως καθετί άλλο, η ελπίδα για να καταφέρει να νικήσει κάθε κακό, χρειάζεται συγκεκριμένη διαχείριση και την ανάλογη πίστη στις δυνάμεις της. Εάν κάποιος αψηφά τα όσο είναι ικανή να πράξει, να είναι σίγουρος πως έχει χάσει προ πολλού το παιχνίδι με το όνομα ζωή!

 

by Irene

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *