The Dance In Doubt & Fear

Πάρτε μια βαθιά ανάσα. Πάρτε μια βαθιά ανάσα! Μπορείτε. Αφήστε τα χαϊδέματα και τα νάζια σε μένα. Γιά να πάρουμε μια βαθιά αναπνοούλα…

Κάτι τέτοιες οδηγίες δεν σου δίνανε όταν ήσουν τάβλα στο φορείο στα επείγοντα περιστατικά δημόσιου νοσοκομείου, έτοιμος με μια γκουμούτσα πλαστική στη μούρη να τα κακαρώσεις; Τότε, μωρέ, που εισήχθης εσπευσμένα όπως βλέπω εδώ στο παραπεμπτικό σου με κάτι κρίσεις στηθάγχης, κάτι σημάδια εγκεφαλικού επεισοδίου, κάτι λιποθυμικές τάσεις, διακυμάνσεις του σακχάρου και άλλα τέτοια παθολογικά πρώτης γραμμής. Τότε που ήσουν πνιγμένος στην κορτιζόλη, τη μιτοχονδριακή αναέροβια αναπνοή, βουτηγμένος μέσα στην αθλιότητα και την αγωνία του θανάτου, ξέπνοος με το ένα πόδι στον τάφο. Ε, το θυμάσαι; Που σκεφτόσουν πέραν όλων των άλλων προβλημάτων που αντιμετώπιζες, πώς θα γινόταν τώρα να κρύψεις τα ‘εξωσχολικά’ σου παραστρατήματα απ’την ταραγμένη γυναίκα σου. Το έτερον ήμισυ που σου κράταγε σφιχτά το χέρι και ήταν στο πλάι σου σαν βράχος τις δύσκολες ώρες που περνούσες. Σου θυμίζει κάτι; Τότε που άκουγες να σου λένε να γυρίσεις τον διακόπτη σε αερόβια αναπνοή, κι εσύ έφτιαχνες σενάρια στο μυαλό πώς να σερβίρεις την ιστορία όσο πιο κακόμοιρη, Βασιλάκης Καΐλας γινόταν, για να δικαιολογήσεις τα ουίσκια, τα γκομενάκια, τα μπλε χαπάκια, τα κοψίδια, τα σουτζούκια και τον παστουρμά που είχες καταναλώσει μέσα σ’ένα βράδυ για να κάνεις τον άντρα τον μπερμπάντη. Τώρα, μήπως θυμήθηκες;  Όταν με υφάκι, επιτακτικά και κάπως ενοχλημένα, του στυλ κοίτα να δεις τώρα ρε τί ραμόλι-ρετάλι μάς φέρανε νυχτιάτικα σού λέγανε: για ελάτε τώρα σας παρακαλώ να τελειώνουμε, πάρτε μια βαθιά αναπνοή, δεν σας ζητάμε δα και κάτι το δύσκολο. Ν’ανέβουν λίγο παραπάνω τα νούμερα κορεσμού του οξυγόνου σας στο οξύμετρο θέλουμε για να πάτε σπίτι σας. Κι εμείς θέλουμε να φύγουμε κάποια στιγμή κύριε, έχουμε κι εμείς σπίτι. Έχουμε σχολάσει απ’την εφημερία και δεν πληρωνόμαστε υπερωρίες. Αν δεν συνεργαστείτε, θα χρειαστεί να κάνουμε εισαγωγή, περαιτέρω εξετάσεις και δεν υπάρχουν κρεβάτια διαθέσιμα, γίνεται χαμός, παρά μόνο κάτι ξεχαρβαλωμένα ράντζα κι αυτά δίπλα στον καυστήρα. Θυμήθηκες;

Μα φυσικά, ήταν ποτέ δυνατόν να  ξεχάσεις! Εσύ, ο άντρας μάγκας πολλά βαρύς κι ασήκωτος τύπος να βρεθείς σαν κωλόγερος σταφιδιασμένος σε ράντζο; Τί λες τώρα!  Από τα ροζ γλέντια, τα χλιδάτα ξενοδοχεία, τα σατέν σεντόνια και γυναικεία εσώρουχα να βρεθείς σκουπίδι πεταμένο δίπλα στον καυστήρα; Αυτό είναι βλασφήμια!

Ωχ, τί βλέπω; Αρχίσανε τα όργανα και οι φοβέρες. Αλλάζει το σκηνικό. Αφού δεν καταλαβαίνεις σού λέει με το καλό, περίμενε, θα σου πετάξει όπου να’ναι και για κανένα κλύσμα στον πισινό και κανένα ορό στο χέρι, να δεις για πότε θ’ αρχίσεις να δουλεύεις ρολόι τον αερισμό απ’ την… τρυπα-νο-φοβία. Να δεις για πότε θα αρχίσεις να κελαηδάς, να ξερνάς την αλήθεια και γονυπετής να παρακαλάς τη γυναίκα σου να σε συγχωρέσει. Με κάτι γελοίες ατάκες του στυλ: αγάπη μου δεν είναι αυτό που νομίζεις. Μόνο εσένα αγαπάω. Ναι, ναι, ξέρω, οι άλλες ήταν για… αερόμπικ!

Άκου τώρα να δεις. Μεγάλο ζόρι. Απίστευτη ταραχή. Εγώ σε καταλαβαίνω πάντως απόλυτα. Να έχεις όλο αυτόν τον χαμό στο κεφάλι που επείγει να μαζέψεις, κι από την άλλη να πρέπει ν’ αλλάζεις τις βιολογικές διαδικασίες εκούσιου κι ακούσιου μηχανισμού σαν τα πουκάμισα ή τα λερωμένα σου εσώρουχα. Λες και ήσουνα μηχανή, υπολογιστής, ρομπότ ο άνθρωπος. Α, ρε, φουκαρά. Αναρωτιέμαι πώς να ’ναι άραγε. Αυτό κι αν είναι επιστημονική φαντασία! Εκεί που οι στροφές του εαυτού σου είναι τέρμα κόκκινο, να πρέπει με έναν κόφτη να γυρίσεις στο ρελαντί. Δύσκολα πράγματα. Μόνο για άντρες σαν και του λόγου σου που είναι πολύ σκληροί για να πεθάνουν είναι ετούτα.

Μπορείς να φανταστείς τί παθαίνει κάποιος σε αυτόν τον οργανικό βιασμό όταν παλεύει ο χαϊβανάς να τον πραγματοποιήσει; Σύγκρουση! Τα μέσα του θα έρθουν να σκάσουν σαν μύγα πάνω στο παρμπρίζ απ’ την αδράνεια. Αηδιαστικό και συνάμα λυπηρό. Ο κανόνας είναι ξεκάθαρος και λέει πως, κάθε διαδικασία αντιστροφής είναι απαραίτητα σχεδόν στατική. Άπαξ κι ένα φαινόμενο φουντώσει, πάρει περίεργες ή ανεξέλεγκτες διαστάσεις, θέλει ήπια τακτική, αφαιρετική και όχι σπασμωδικές, βεβιασμένες ή πιεστικές ενέργειες.

Λες και είχες στο τέλος-τέλος την Τζέιν Φόντα μπροστά σου με ολόσωμο κολάν και βλέποντάς την, από μπλαβής θα γινόσουν μεμιάς ροδαλός με μάγουλο φράπα.
Ο αερισμός είναι ένας υπερσύνθετος βιολογικός μηχανισμός, και μάλιστα, βαθιά εγκεφαλικός.
Το σύστημα σου έχει ενδογενείς μηχανισμούς ισορροπίας, και πίστεψέ με, πάλεψε πολύ για να σου μαζεύει τα σπασμένα.

Όσες βαθιές αναπνοές λοιπόν κι αν σου λέει να πάρεις η μπουχτισμένη υπάλληλος υγείας πάνω απ’ το κεφάλι σου, τόσο χειρότερα τα κάνει. Κι αυτό γιατί εσύ σε κάθε της προσπάθεια κι εντολή για βαθιά αναπνοή, την σιχτιρίζεις και την βλαστημάς ασταμάτητα από μέσα σου επειδή πνίγεσαι, επειδή έχεις λερωμένη τη φωλιά σου, επειδή ξεφτιλίζεσαι, επειδή ο εγωϊσμός σου συντρίβεται, επειδή θες πάση θυσία να πετάξεις αυτή την ενοχλητική μάσκα απ’ τη μούρη σου, να φύγεις από κει μέσα το γρηγορότερο, πριν αρχίσουν οι πολλές ερωτήσεις, οι εξετάσεις και χειροτερέψουν τα πράγματα. Αλλά δυστυχώς για σένα, το σενάριο είναι άλλο. Αυτή είναι εκεί, τσιμπούρι κολλημένο πάνω σου, και μυρίζουν οι μασχάλες της, και παίζει το βιολάκι της από τούρκικο σίριαλ, και δεν σε φτιάχνει καθόλου, με αποτέλεσμα στο τέλος να μπαίνεις σε ένα ισχυρό φαύλο κύκλο σφάλματος, κι αυτή βλέποντάς σε μπλαβί, παραδομένο στη μοίρα σου, να σε φαντασιώνει σε τεχνητό κώμα, διασωληνωμένο, με σωληνάκια και καθετήρα για να ησυχάσει ή επιτέλους να σχολάσει.

Αλλά τέλος πάντων, αυτά είναι ψιλά γράμματα για σένα. Έλα ξανά στο τώρα. Εδώ, στη βλακεία που έμαθες τυφλά να υπακούς, είτε επειδή αυτά σε μάθανε στο σχολειό, είτε επειδή αυτά προσκύνησες για να μην πολυσκοτίζεται το πετσί σου. Πλέον, κανένας δεν μπορεί ό,τι κι αν σου πει να στα βγάλει απ’ το ξερό σου το κεφάλι.
Έχουν γίνει τατουάζ. Με ανεξίτηλο τρόπο αποτυπωμένα. Η στρέβλωση είναι μη αναστρέψιμη. Και στην καλίμπρα να σου βάλουνε τον νου, η προκατάληψή του θα τα στραβώνει αεί. Αφού πέρασες τον ορίζοντα γεγονότων, η πορεία σου είναι προδιαγεγραμμένη. Πάμε ξανά-μανά στα γνωστά πρωτόκολλα πρώτων βοηθειών…

Θέλω πληρότητα μυαλού. Μπορείς. Συγκεντρώσου. Πάρε βαθιές αναπνοές. Ρηλάξ, ντάρλινγκ. Μάιντφουλνες, το είπανε κάποιοι ειδικοί γκουρού. Ακούς τίποτα; Τί; Ναι, σωστά, καλά τα πας, είναι πολύ σιγανό, σαν ψίθυρος ένα πράμα. Με εκπλήσσετε θετικά, κύριε. Δεν σας το είχα, κι αυτό γιατί στ’ αυτιά σου μάστορα ηχεί η αιώνια εμβοή της παραφωνίας του μπουζουκιού από την εθνική. Μωρέ μπράβο.

Άκου τώρα για να δεις. Πες το ξανά! Μη φοβάσαι να μιλήσεις, δεν θα σε φάω. Τί είπες; Κρίση; Για… κρίση ακούς; Είσαι σίγουρος; Θέλεις να το σιγουρέψεις; Δεν έχω πρόβλημα να περιμένω μέχρι να το έχεις σιγουράκι στην τσέπη. Έχουμε τη δυνατότητα να είμαστε αιώνια εδώ παρέα και να τα λέμε. Δεν έχουμε κάτι που να μας βιάζει. Να μαζέψουμε, για παράδειγμα, κανένα παιδί ή εγγόνι από το σχολείο, να πάμε στην λαϊκή με την κυρά γι’ αγγούρια και κολοκύθια μετά ριγάνεως, στο σούπερ μάρκετ μόνοι μπας και πετύχουμε αυτή τη ναζιάρα ξανθιά στο ταμείο, το προποτζίδικο για αδιάκοπο στοίχημα, στον καφενέ για μπαρμπούτι, τζόγο, κατάρες, βλασφήμιες, θάψιμο και ζουμερές, ακατάλληλες διά ανηλίκους τσοντοσυζητήσεις για άγριες περιπτύξεις και όργια με την προκλητική γειτόνισσα, ε, αυτοκόλλητε… σάτυρε;

Κρίση, είπες; Πολύ σωστά. Δεν μου είπατε όμως αγαπητέ κύριε τάδε το πιο σημαντικό όλων. Δεν μου μιλήσατε για τη λεπτομέρεια που κάνει και τη διαφορά. Για τί κρίση μιλάμε; Για να βγουν λοιπόν τα σπαθιά απ’ τα θηκάρια, για να βγουν οι σερίφικες πιστόλες, για να υψωθούν οι γροθιές του Ρόκι Μπαλμπόα. Έλα ν’ανάψουν τα αίματα άντρα μου. Θέλω σαματά.

Κρίση οικονομική να πούμε φραγκοφονιά, τσιφούτη, Εμπανίζερ Σκρούτζ, κρίση πανικού, σακχάρου, αναπνευστική, καρδιακή, νεφρική, κρίση ζήλιας, φθόνου, πάθους, κρίση σεξουαλική, στητική, νευρολογική, καταθλιπτική, σχιζοφρενική ή μήπως η φωνή που ακούς μιλάει τελικά για μια κρίση υπαρξιακή, για μια κρίση συνειδήσεως; Αναρωτιέμαι τώρα εγώ! Και μέσα σ’ όλον ετούτο τον χαμό, μένει μονάχα ακόμη κάτι… να κοιτάξεις ευθεία μπροστά σου το ΜΑΤΙ.

… γγγεγονός, βέβαια με τη σειρά του, που οδήγησε αναπόφευκτα κάθε ανθρώπινο ον που υπήρχε πάνω στη Γη, για να επιβιώσει μετά το θερμικό σοκ και των απίστευτων -σε μέγεθος, συχνότητα και διάρκεια- ηλιακών του καταιγίδων, να στοιβαχτεί όπως κάποτε οι Εβραίοι σε κάτι ατέλειωτα σιδερένια βαγόνια της συμφοράς, και εσπευσμένα αυτό το καραβάνι της φυγής να μεταφερθεί με τη φαμίλια και τα υπάρχοντά του κάπου αλλού. Πρόσφυγας να γίνει μέσα σε μια άλλη κιβωτό,  στο σύμπαν τ’ άγνωστο να γίνει μετανάστης, μ’ απότερο σκοπό την διαφυγή απ’ το κακό και την εύρεση μιας φιλόξενης διαμόρφωσης. Μ’ άλλα λόγια μακριά του, όσο γινόταν πιο πέρα από τα σύνορά του, καθώς ήταν ολοφάνερο πια πως η διαβίωση εφεξής σε κάθε γωνιά του γαλαξία ευθύνης του θα καθίσταντο αδύνατη, αβάσταχτη, άκρως επώδυνη και καταστροφική για τις ανθρώπινες αντοχές του DNA τους… 

Coming up next: Agnus Dei

Πάρτε μια βαθιά ανάσα. Πάρτε μια βαθιά ανάσα! Μπορείτε. Αφήστε τα χαϊδέματα και τα νάζια σε μένα. Γιά να πάρουμε μια βαθιά αναπνοούλα…

Κάτι τέτοιες οδηγίες δεν σου δίνανε όταν ήσουν τάβλα στο φορείο στα επείγοντα περιστατικά δημόσιου νοσοκομείου, έτοιμος με μια γκουμούτσα πλαστική στη μούρη να τα κακαρώσεις; Τότε, μωρέ, που εισήχθης εσπευσμένα όπως βλέπω εδώ στο παραπεμπτικό σου με κάτι κρίσεις στηθάγχης, κάτι σημάδια εγκεφαλικού επεισοδίου, κάτι λιποθυμικές τάσεις, διακυμάνσεις του σακχάρου και άλλα τέτοια παθολογικά πρώτης γραμμής. Τότε που ήσουν πνιγμένος στην κορτιζόλη, τη μιτοχονδριακή αναέροβια αναπνοή, βουτηγμένος μέσα στην αθλιότητα και την αγωνία του θανάτου, ξέπνοος με το ένα πόδι στον τάφο. Ε, το θυμάσαι; Που σκεφτόσουν πέραν όλων των άλλων προβλημάτων που αντιμετώπιζες, πώς θα γινόταν τώρα να κρύψεις τα ‘εξωσχολικά’ σου παραστρατήματα απ’την ταραγμένη γυναίκα σου. Το έτερον ήμισυ που σου κράταγε σφιχτά το χέρι και ήταν στο πλάι σου σαν βράχος τις δύσκολες ώρες που περνούσες. Σου θυμίζει κάτι; Τότε που άκουγες να σου λένε να γυρίσεις τον διακόπτη σε αερόβια αναπνοή, κι εσύ έφτιαχνες σενάρια στο μυαλό πώς να σερβίρεις την ιστορία όσο πιο κακόμοιρη, Βασιλάκης Καΐλας γινόταν, για να δικαιολογήσεις τα ουίσκια, τα γκομενάκια, τα μπλε χαπάκια, τα κοψίδια, τα σουτζούκια και τον παστουρμά που είχες καταναλώσει μέσα σ’ένα βράδυ για να κάνεις τον άντρα τον μπερμπάντη. Τώρα, μήπως θυμήθηκες;  Όταν με υφάκι, επιτακτικά και κάπως ενοχλημένα, του στυλ κοίτα να δεις τώρα ρε τί ραμόλι-ρετάλι μάς φέρανε νυχτιάτικα σού λέγανε: για ελάτε τώρα σας παρακαλώ να τελειώνουμε, πάρτε μια βαθιά αναπνοή, δεν σας ζητάμε δα και κάτι το δύσκολο. Ν’ανέβουν λίγο παραπάνω τα νούμερα κορεσμού του οξυγόνου σας στο οξύμετρο θέλουμε για να πάτε σπίτι σας. Κι εμείς θέλουμε να φύγουμε κάποια στιγμή κύριε, έχουμε κι εμείς σπίτι. Έχουμε σχολάσει απ’την εφημερία και δεν πληρωνόμαστε υπερωρίες. Αν δεν συνεργαστείτε, θα χρειαστεί να κάνουμε εισαγωγή, περαιτέρω εξετάσεις και δεν υπάρχουν κρεβάτια διαθέσιμα, γίνεται χαμός, παρά μόνο κάτι ξεχαρβαλωμένα ράντζα κι αυτά δίπλα στον καυστήρα. Θυμήθηκες;

Μα φυσικά, ήταν ποτέ δυνατόν να  ξεχάσεις! Εσύ, ο άντρας μάγκας πολλά βαρύς κι ασήκωτος τύπος να βρεθείς σαν κωλόγερος σταφιδιασμένος σε ράντζο; Τί λες τώρα!  Από τα ροζ γλέντια, τα χλιδάτα ξενοδοχεία, τα σατέν σεντόνια και γυναικεία εσώρουχα να βρεθείς σκουπίδι πεταμένο δίπλα στον καυστήρα; Αυτό είναι βλασφήμια!

Ωχ, τί βλέπω; Αρχίσανε τα όργανα και οι φοβέρες. Αλλάζει το σκηνικό. Αφού δεν καταλαβαίνεις σού λέει με το καλό, περίμενε, θα σου πετάξει όπου να’ναι και για κανένα κλύσμα στον πισινό και κανένα ορό στο χέρι, να δεις για πότε θ’ αρχίσεις να δουλεύεις ρολόι τον αερισμό απ’ την… τρυπα-νο-φοβία. Να δεις για πότε θα αρχίσεις να κελαηδάς, να ξερνάς την αλήθεια και γονυπετής να παρακαλάς τη γυναίκα σου να σε συγχωρέσει. Με κάτι γελοίες ατάκες του στυλ: αγάπη μου δεν είναι αυτό που νομίζεις. Μόνο εσένα αγαπάω. Ναι, ναι, ξέρω, οι άλλες ήταν για… αερόμπικ!

Άκου τώρα να δεις. Μεγάλο ζόρι. Απίστευτη ταραχή. Εγώ σε καταλαβαίνω πάντως απόλυτα. Να έχεις όλο αυτόν τον χαμό στο κεφάλι που επείγει να μαζέψεις, κι από την άλλη να πρέπει ν’ αλλάζεις τις βιολογικές διαδικασίες εκούσιου κι ακούσιου μηχανισμού σαν τα πουκάμισα ή τα λερωμένα σου εσώρουχα. Λες και ήσουνα μηχανή, υπολογιστής, ρομπότ ο άνθρωπος. Α, ρε, φουκαρά. Αναρωτιέμαι πώς να ’ναι άραγε. Αυτό κι αν είναι επιστημονική φαντασία! Εκεί που οι στροφές του εαυτού σου είναι τέρμα κόκκινο, να πρέπει με έναν κόφτη να γυρίσεις στο ρελαντί. Δύσκολα πράγματα. Μόνο για άντρες σαν και του λόγου σου που είναι πολύ σκληροί για να πεθάνουν είναι ετούτα.

Μπορείς να φανταστείς τί παθαίνει κάποιος σε αυτόν τον οργανικό βιασμό όταν παλεύει ο χαϊβανάς να τον πραγματοποιήσει; Σύγκρουση! Τα μέσα του θα έρθουν να σκάσουν σαν μύγα πάνω στο παρμπρίζ απ’ την αδράνεια. Αηδιαστικό και συνάμα λυπηρό. Ο κανόνας είναι ξεκάθαρος και λέει πως, κάθε διαδικασία αντιστροφής είναι απαραίτητα σχεδόν στατική. Άπαξ κι ένα φαινόμενο φουντώσει, πάρει περίεργες ή ανεξέλεγκτες διαστάσεις, θέλει ήπια τακτική, αφαιρετική και όχι σπασμωδικές, βεβιασμένες ή πιεστικές ενέργειες.

Λες και είχες στο τέλος-τέλος την Τζέιν Φόντα μπροστά σου με ολόσωμο κολάν και βλέποντάς την, από μπλαβής θα γινόσουν μεμιάς ροδαλός με μάγουλο φράπα.
Ο αερισμός είναι ένας υπερσύνθετος βιολογικός μηχανισμός, και μάλιστα, βαθιά εγκεφαλικός.
Το σύστημα σου έχει ενδογενείς μηχανισμούς ισορροπίας, και πίστεψέ με, πάλεψε πολύ για να σου μαζεύει τα σπασμένα.

Όσες βαθιές αναπνοές λοιπόν κι αν σου λέει να πάρεις η μπουχτισμένη υπάλληλος υγείας πάνω απ’ το κεφάλι σου, τόσο χειρότερα τα κάνει. Κι αυτό γιατί εσύ σε κάθε της προσπάθεια κι εντολή για βαθιά αναπνοή, την σιχτιρίζεις και την βλαστημάς ασταμάτητα από μέσα σου επειδή πνίγεσαι, επειδή έχεις λερωμένη τη φωλιά σου, επειδή ξεφτιλίζεσαι, επειδή ο εγωϊσμός σου συντρίβεται, επειδή θες πάση θυσία να πετάξεις αυτή την ενοχλητική μάσκα απ’ τη μούρη σου, να φύγεις από κει μέσα το γρηγορότερο, πριν αρχίσουν οι πολλές ερωτήσεις, οι εξετάσεις και χειροτερέψουν τα πράγματα. Αλλά δυστυχώς για σένα, το σενάριο είναι άλλο. Αυτή είναι εκεί, τσιμπούρι κολλημένο πάνω σου, και μυρίζουν οι μασχάλες της, και παίζει το βιολάκι της από τούρκικο σίριαλ, και δεν σε φτιάχνει καθόλου, με αποτέλεσμα στο τέλος να μπαίνεις σε ένα ισχυρό φαύλο κύκλο σφάλματος, κι αυτή βλέποντάς σε μπλαβί, παραδομένο στη μοίρα σου, να σε φαντασιώνει σε τεχνητό κώμα, διασωληνωμένο, με σωληνάκια και καθετήρα για να ησυχάσει ή επιτέλους να σχολάσει.

Αλλά τέλος πάντων, αυτά είναι ψιλά γράμματα για σένα. Έλα ξανά στο τώρα. Εδώ, στη βλακεία που έμαθες τυφλά να υπακούς, είτε επειδή αυτά σε μάθανε στο σχολειό, είτε επειδή αυτά προσκύνησες για να μην πολυσκοτίζεται το πετσί σου. Πλέον, κανένας δεν μπορεί ό,τι κι αν σου πει να στα βγάλει απ’ το ξερό σου το κεφάλι.
Έχουν γίνει τατουάζ. Με ανεξίτηλο τρόπο αποτυπωμένα. Η στρέβλωση είναι μη αναστρέψιμη. Και στην καλίμπρα να σου βάλουνε τον νου, η προκατάληψή του θα τα στραβώνει αεί. Αφού πέρασες τον ορίζοντα γεγονότων, η πορεία σου είναι προδιαγεγραμμένη. Πάμε ξανά-μανά στα γνωστά πρωτόκολλα πρώτων βοηθειών…

Θέλω πληρότητα μυαλού. Μπορείς. Συγκεντρώσου. Πάρε βαθιές αναπνοές. Ρηλάξ, ντάρλινγκ. Μάιντφουλνες, το είπανε κάποιοι ειδικοί γκουρού. Ακούς τίποτα; Τί; Ναι, σωστά, καλά τα πας, είναι πολύ σιγανό, σαν ψίθυρος ένα πράμα. Με εκπλήσσετε θετικά, κύριε. Δεν σας το είχα, κι αυτό γιατί στ’ αυτιά σου μάστορα ηχεί η αιώνια εμβοή της παραφωνίας του μπουζουκιού από την εθνική. Μωρέ μπράβο.

Άκου τώρα για να δεις. Πες το ξανά! Μη φοβάσαι να μιλήσεις, δεν θα σε φάω. Τί είπες; Κρίση; Για… κρίση ακούς; Είσαι σίγουρος; Θέλεις να το σιγουρέψεις; Δεν έχω πρόβλημα να περιμένω μέχρι να το έχεις σιγουράκι στην τσέπη. Έχουμε τη δυνατότητα να είμαστε αιώνια εδώ παρέα και να τα λέμε. Δεν έχουμε κάτι που να μας βιάζει. Να μαζέψουμε, για παράδειγμα, κανένα παιδί ή εγγόνι από το σχολείο, να πάμε στην λαϊκή με την κυρά γι’ αγγούρια και κολοκύθια μετά ριγάνεως, στο σούπερ μάρκετ μόνοι μπας και πετύχουμε αυτή τη ναζιάρα ξανθιά στο ταμείο, το προποτζίδικο για αδιάκοπο στοίχημα, στον καφενέ για μπαρμπούτι, τζόγο, κατάρες, βλασφήμιες, θάψιμο και ζουμερές, ακατάλληλες διά ανηλίκους τσοντοσυζητήσεις για άγριες περιπτύξεις και όργια με την προκλητική γειτόνισσα, ε, αυτοκόλλητε… σάτυρε;

Κρίση, είπες; Πολύ σωστά. Δεν μου είπατε όμως αγαπητέ κύριε τάδε το πιο σημαντικό όλων. Δεν μου μιλήσατε για τη λεπτομέρεια που κάνει και τη διαφορά. Για τί κρίση μιλάμε; Για να βγουν λοιπόν τα σπαθιά απ’ τα θηκάρια, για να βγουν οι σερίφικες πιστόλες, για να υψωθούν οι γροθιές του Ρόκι Μπαλμπόα. Έλα ν’ανάψουν τα αίματα άντρα μου. Θέλω σαματά.

Κρίση οικονομική να πούμε φραγκοφονιά, τσιφούτη, Εμπανίζερ Σκρούτζ, κρίση πανικού, σακχάρου, αναπνευστική, καρδιακή, νεφρική, κρίση ζήλιας, φθόνου, πάθους, κρίση σεξουαλική, στητική, νευρολογική, καταθλιπτική, σχιζοφρενική ή μήπως η φωνή που ακούς μιλάει τελικά για μια κρίση υπαρξιακή, για μια κρίση συνειδήσεως; Αναρωτιέμαι τώρα εγώ! Και μέσα σ’ όλον ετούτο τον χαμό, μένει μονάχα ακόμη κάτι… να κοιτάξεις ευθεία μπροστά σου το ΜΑΤΙ.

… γγγεγονός, βέβαια με τη σειρά του, που οδήγησε αναπόφευκτα κάθε ανθρώπινο ον που υπήρχε πάνω στη Γη, για να επιβιώσει μετά το θερμικό σοκ και των απίστευτων -σε μέγεθος, συχνότητα και διάρκεια- ηλιακών του καταιγίδων, να στοιβαχτεί όπως κάποτε οι Εβραίοι σε κάτι ατέλειωτα σιδερένια βαγόνια της συμφοράς, και εσπευσμένα αυτό το καραβάνι της φυγής να μεταφερθεί με τη φαμίλια και τα υπάρχοντά του κάπου αλλού. Πρόσφυγας να γίνει μέσα σε μια άλλη κιβωτό,  στο σύμπαν τ’ άγνωστο να γίνει μετανάστης, μ’ απότερο σκοπό την διαφυγή απ’ το κακό και την εύρεση μιας φιλόξενης διαμόρφωσης. Μ’ άλλα λόγια μακριά του, όσο γινόταν πιο πέρα από τα σύνορά του, καθώς ήταν ολοφάνερο πια πως η διαβίωση εφεξής σε κάθε γωνιά του γαλαξία ευθύνης του θα καθίσταντο αδύνατη, αβάσταχτη, άκρως επώδυνη και καταστροφική για τις ανθρώπινες αντοχές του DNA τους… 

Coming up next: Agnus Dei

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *