Prometheus Reflection pt2

Αχ, Μεγαλοδύναμε Πατέρα Εσύ που δίνεις θαλπωρή με τα ουράνια σου φτερά ακόμη και σε κάθε ξεχασμένη πέτρα. Εσύ που πάντα εκπληρώνεις κάθε ευχή, κι από τα άγια χέρια Σου φυτρώνει στάχυ. Εσύ που ορίζεις τον καρπό, και σπέρνεις σ’όλο το βασίλειο το στάρι. Εσύ που ανθίζεις με την προσευχή κάθε λογής λιβάδι. Εσύ που σε κάθε σπιθαμή του κόσμου απλώνεις χρώματα, και στο στερέωμα σκορπίζεις των ανθών Σου τα αρώματα. Εσύ Πατέρα Βασιλιά που με τον νου Σου μοναχά δαμάζεις του Ωκεανού τα κύματα. Εσύ που απλώνεις το μπαμπάκι Σου στου Ουρανού τα πέρατα. Αν μ’ ακούς, αν αφουγκράζεσαι έστω και λίγο της ψυχής μου την απόγνωση, λυπήσου με και πάρε με από δω. Δεν έχω πλέον κουράγιο, της νιότης μου τη δύναμη για να τα βάλω με αυτό. Νιώθω πως είναι ανώφελη απ’την αρχή της η οποιαδήποτε προσπάθεια επικράτησής μου σε τούτο το μακάβριο κενό. Σ’αυτό το καθαρτήριο που ολοτρόγυρά μου μαίνεται. Κι ο λόγος είναι απλός. Μου λείπει ο Λόγος για να το αντιπαλέψω. Το ζωντανό είναι φρούδο, το αληθινό ένα ψέμα, το υπαρκτό αβάσταχτο, κι εγώ μια φλέβα μόνιμα ανοιχτή που χάνει αίμα.

Τίποτα δεν υπάρχει πια που να μου δίνει τη χαρά, το κουράγιο, την ελπίδα και τη θέληση να μείνω σε τούτη τη ζωή. Ούτε ένα χαμομήλι ταπεινό. Ούτε ένα πέταλο λευκό. Του φθινοπώρου, έστω, το ξεθωριασμένο κίτρινο. Μια αντανάκλαση φωτός, της ηλιαχτίδας η λεπτή σκιά, της θάλασσας τα πρωϊνά καμώματα, του αέρα η δροσιά. Τίποτα. Κι ο ουρανός που μου’δειξες, έφυγε κι αυτός. Με άφησε με τη χαρά, και τώρα σέρνομαι παράλυτος. Τραβήχτηκε στο πλάι και χάθηκε. Πατέρα ο γρίφος Σου για μένα είναι άλυτος. Μία ταλάντωση είναι άναρχη και ενοχλητική. Μια παρανόηση που ποτέ της δεν βγάζει άκρη. Τυλίγεται στα πόδια μου το νήμα της κι ανάποδα στην άβυσσο με κρεμάει. Μέχρι να έρθει αυτό για το οποίο διαρκώς παραμιλάει. Για ένα τρένο, λέει, μ’ατέλειωτα βαγόνια. Και κάθε που ακούω να’ρχεται της συμφοράς του ο πόνος, του Γολιάθ τα βράχια σείονται, η ράχη καταρρέει, και τρίζουνε σαγόνια.   

Πατέρα Παντοκράτορα, πες μου πως δεν αργοπεθαίνεις. Πες μου πως άπιστοι δεν Σου’ριξαν στον οίνο βιτριόλι. Πες μου ότι δεν είσαι ξέπνοος κι αδύναμος να θάβεσαι αργά με τον σταυρό στου Γολγοθά τα χώματα. Σε όλα ετούτα που στοιχειώσανε της Νίκης Σου τα θαύματα.

Δώσε μου ένα σημάδι Σου ισχυρό, στέρεο και όχι φευγαλέο σαν τον ουρανό. Δώσε μου κάτι σίγουρο, χειροπιαστό ή δώσε ένα τέλος σ’αυτή την τυραννία.. Σταμάτα να με παίζεις και να με κάνεις να ελπίζω. Να βασανίζομαι ο δόλιος με τα ψέματα. Είναι άδικο και ξέρεις πως αυτό δεν ευλογείται. Κρίμα μεγάλο να με ταΐζεις με τ’αδύνατο, ενώ πολύ καλά γνωρίζεις πως δεν υπάρχει λύση στο δικό μου το ανύπαρκτο! 

Coming up next: Eye For An Eye

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *