Prometheus Railroad Switch #5

Κλεψύδρα. Αχ. Ο χρόνος κυλά ασταμάτητα. Μ’έναν αναστεναγμό μου, παίρνει φόρα και πέφτει απ’τα βλέφαρα. Πέφτει και πέφτει και πέφτει. Αέναα. Σέρνει βαρύτητα και τριβή μαζί. Στολίζει ό,τι θες κι ό,τι βρει. Σαν το αφράτο χιόνι χαϊδεύει τα χρυσά ολούθε μου στάχια. Οι γεωμετρικοί κόκκοι του ορισμός, σταθερότητα αλλά και αναπόφευκτη φθορά. Κάθετη η φορά. Η επιτάχυνση, όμως, να θυμάσαι κάνει τη μεγάλη διαφορά. Αλλαγή. Ροή κι απότομη στροφή. Αλίμονό μου, έρχονται επιθετικά τα G. Φυγοκέντριση και περιδίνηση. Υπενθύμιση. Έδαφος, έδαφος, έδαφος. Κόλαφος; Όχι, ευτυχώς. Οριζόντια έχω τώρα τα φτερά και σταθερά τα μάτια. Τρέχω όπως κι ο ήχος, μα δεν πατώ στα πόδια ο δύστυχος. Α, για μισό λεπτό. Δεν είναι πια βαριά απ’τα θετικά φορτία, είναι απλώς ελαφρά μουδιασμένα. Παραπατώ λίγο πάνω απ’τον διάδρομο, μα δεν ξεπέφτω. Το αίμα μάλλον κυλά ξανά ομαλά και ισορροπεί το σώμα στο παρολίγον χάσιμο. Όχι, ψέματα. Είναι τα αλαφροΐσκιωτα σύγνεφα. Ναι, ναι. Αυτά είναι που βουτούν και με πιάνουν. Ωωω, δες, με οδηγούν. Γνωρίζουν, βλέπω, καλά από φυσική, άντωση, κατεύθυνση και τί εστί ροπή. Αλλαγή. Κλεψύδρα, γύρνα απ’την άλλη. Γιατί αν και μουντά, κατσουφιασμένα, σχεδόν μαύρα απ’το ηλεκτρικό πεδίο, έχουν ενσωματωμένα αόρατα αερόστατα που με σηκώνουν ευθύς απάνω στου ουρανού το αρχέτυπο ωδείο. Ψάχνω, κοιτώ, κάπου κάτι θυμάμαι ότι έχω φυλαγμένο στου μυαλού μου το πήλινο δοχείο. Αχ, ας δω για λίγο το ανοιχτό γαλάζιο και τον αφέντη ήλιο. Αρκετά πια σ’αυτό το σκοτεινό και κλειστοφοβικό ορυχείο. Αρκετά. Αναφορά, καταγραφή. Μείνε πάνω στο ίχνος, η λογική υπάρχει. Αρκεί μονάχα να επαναλάβω τα λόγια απ’τη φωνή και να θυμηθώ τη φυγόκεντρο και τον επιταχυντή. Λογική, ναι, θυμάμαι μια σβούρα σωμάτων ή σωματιδίων. Θυμάμαι ένα άρθρο. Θυμάμαι τώρα και τον τίτλο: Λογική, το φυσικό κύκλοτρο. Γυρίζει, γυρίζει και γυρίζει γρήγορα ή αργά, μα παραδόξως των πρωτονίων, νετρονίων και ηλεκτρονίων της η συμπεριφορά δε σε ζαλίζει. Δε σε συνθλίβει, δε σε πονά, δε σε πιέζει, δε σ’αναστατώνει, δε σε χαλά, δε σε κουράζει, δε σε πλακώνει σαν πέτρα και δε σε πνίγει σα θηλιά. Δε σε ρίχνει στα μαύρα, τα άπατα Τάρταρα, δε σε πετά στα σκοτεινά, δε σε παρατά στα άγνωστα, δε σε απατά με όνειρα περίεργα, εφιαλτικά και σπασμωδικά. Δε σ’αφήνει ξεκρέμαστο σ’ασυνείδητα μονοπάτια να πολεμάς νευρωτικά με σφιγμένες τις γροθιές αόριστες φιγούρες και βαριές σκιές στο πουθενά και στο τίποτα. Όχι. Η λογική τα κάνει όλα όμορφα, τα γυρνά όλα πάντα απ’την καλή, τη σωστή μεριά, προς τα Ηλύσια Πεδία. Δεν είναι άγρια και βάρβαρη, απειλητική, επιληπτική, με μυϊκούς σπασμούς και των άκρων χιασμούς. Όχι. Η λογική σ’αφήνει μ’ένα πλατύ χαμόγελο στα χείλη, με μια ικανοποίηση γλυκιά σα νέκταρ στο νου, όχι με μια βαθιά αναγούλα στο στομάχι κι έναν ίλιγγο βαρύ, τραχύ σαν το ατίθασο γκνου.   

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *