Έτσι κι εσύ, αργά και βασανιστικά σαν τον Παυσανία να σαπίσεις και να ψοφήσεις στην ανυπαρξία σου. Excommunicado my friend, όπως θα’λεγε και… η μικρή Λουλού, ο άχρηστος δηλαδή Αμερικάνος καλεσμένος μας απ’το πανεπιστήμιο της Χονολουλού!
Όπου και να πας ρε αστείο της κοινωνίας, τα μούτρα σου θα σπας κι εμένα θα βλέπεις πάντα μπροστά σου. Καμία γη για τους πεθαμένους. Καμία πόρτα ανοιχτή και καμία ευκαιρία για τους ψευτοαντάρτες. Όλα κλειστά κι ερμητικά ασφαλισμένα για όσους τόλμησαν, διανοήθηκαν έστω και για μια στιγμή να εκφράσουν διαφορετική άποψη απ’τη δική μου. Το κατάλαβες ανεγκέφαλε; Και… κοίτα, αν σκέφτεσαι ή στο μέλλον ποτέ σου σκεφτείς να κάνεις ότι μου αντιστέκεσαι, έχω και άλλες ‘ωραίες’ ιδέες να βάλω σ’εφαρμογή για κάτι επαναστάτες χωρίς αύριο.
Ξέρω πώς να χτυπήσω αγάπες, έρωτες, και φίλους. Ξέρω πώς να διαλύσω οικογένειες με μικρά παιδιά, σκυλιά, γατιά και λουλούδια. Έχω όλα τα απαραίτητα μέσα γραφικέ απατεωνίσκο στη διάθεσή μου για να επηρεάσω μικρές και μεγάλες κοινωνίες, σχολεία, φροντιστήρια, πανεπιστήμια, φορείς, υπηρεσίες, ελεγκτικούς μηχανισμούς κι εκκλησίες.
Ξέρεις κατακάθι, το παρελθόν λένε ότι είναι σαν το έμβρυο. Το κουβαλάς πάντα πάνω σου μέχρι να πεθάνεις. Είναι θα λέγαμε σαν μια διαρκείας κυοφορία στη μήτρα του νου. Ένα μνημονικό βάρος, ένα της ζωής χρέος, μια μεγάλη ευθύνη κι ένας λογαριασμός.
Αυτό το ήξεραν καλά οι Σπαρτιάτισσες σύζυγοι πολεμιστών και μάνες. Γι’αυτό και είχαν φροντίσει επιμελώς να βρουν τον τρόπο πώς να το… ξεφορτώνονται. Πώς να πετούν τα άχρηστα δηλαδή, τα προβληματικά, τα καχεκτικά, τα λάθη, τα βαρίδια, τα εμπόδια και την απογοήτευση. Πώς να επικρατούν κατά κράτος στον εχθρό καρπό μιας εμετικής βραδιάς του παρελθόντος που θ’αλλοίωνε, θα μαγάριζε την ευγονική τής φυλής τους.
Μη νομίζεις ότι ήταν τίποτα χαϊβάνια. Όχι βέβαια. Μην ακούς ότι ήταν κάτι φοβισμένες, μαζεμένες, υποταγμένες, δούλες, θύματα και λοιπά. Δεν ήταν γυναικούλες, φουκαριάρες, κακόμοιρες οι Σπαρτιάτισσες. Αυτά είναι βλακείες. Κανένας δεν λέει την αλήθεια, πόσο μάλλον η ιστορία που έχει περάσει από τόσα διαφορετικά στόματα και κεφάλια. Κι όπως μας είπε άλλωστε κι ο ‘επίτιμος’ καλεσμένος μας, ο αυτόπτης μάρτυς δεν είναι και η πλέον αξιόπιστη πηγή. Άρα… καταλαβαίνεις. Καημενούλες δεν ήταν με τίποτα.
Μια καλά οργανωμένη μαφία από μαύρες χήρες ήταν όλες τους. Μια κακιά παρέα από αντρογυναίκες συνεννοημένες να παίζουνε ένα θέατρο παραλόγου στους άντρες τους. Όλες τα ίδια τους λέγανε. Τί προικισμένος που είσαι, μα τί άντρας, τί εραστής, εσύ είσαι ο δυνατότερος όλων, ο καλύτερος πολεμιστής, ο πιο άξιος, ανδρείος, γεροδεμένος, ο πιο σκληροτράχηλος, ο επόμενος ηγέτης, στρατηγός, αυτός που τα παιδιά του είναι τα απόλυτα πολεμικά πρότυπα και όπλα.
Τέτοια και άλλα πολλά σαν κι αυτές τις βλακείες τους τάιζαν, κι αυτοί από υπερηφάνεια φουσκώναν τα στέρνα σαν πετεινοί έτοιμοι για αναπαραγωγή. Μόνο που δεν ήξεραν οι ηλίθιοι ότι όλες αυτές οι μοίρες στο μυαλό τους είχαν μονάχα μία ευχή. Κι αυτή δεν ήταν άλλη απ’το να πας στον διάολο καθίκι και ποτέ σου αλήτη να μη σώσεις να γυρίσεις απ’τον πόλεμο με αυτή στο χέρι, αλλά νεκρός, χίλια κομμάτια πάνω σε αυτή να σε φέρουνε πίσω σε μένα κάθαρμα για να σε κάνω μέλανα ζωμό!
Η τρανή ασπίδα, βλέπεις, ήταν το κρυφό φετίχ τους και όχι το μακρύ σπαθί. Αυτήν χρησιμοποιούσαν για να σκεπάζουν τη… ντροπή του παρελθόντος. Και μάλιστα οι άτιμες είχαν σκεφτεί και πώς να πλασάρουν με Σπαρτιάτικο επιχείρημα το έγκλημα που διέπρατταν κατά της ζωής.
Σου λέει, αφού δεν θα μπορέσεις ποτέ αγόρι μου να την κρατήσεις ένδοξα σε μάχη ως άξιος, τρανός πολεμιστής, δεν θα σ’αφήσω εγώ να πας χαράμι απλά πάνω σ’αυτή. Όχι. Θα σε θάψω κάτω απ’αυτή, ώστε σε λίγα λεπτά απ’το βάρος της να περάσεις με μιας στον Καιάδα. Κι εκεί, ως ‘αποθέτης’ δικός μου, να δείξεις καμάρι μου σε όλους τους λοιπούς εγκληματίες, κακούργους, αιχμαλώτους και προδότες πως είσαι ένας γνήσιος Σπαρτιάτης που, αν και δεν μπόρεσε στη γη των ζωντανών να την τιμήσει, στο μέρος τούτο των καταραμένων θα την κρατά ψηλά. Ατρόμητος και φοβερός με μια παντιέρα στο χέρι να γυρίζει τη κοιλάδα των νεκρών για να φαίνεται παντού στο σκότος η Λάμψη απ’το Λάμδα των Λακε… δαιμόνων!
Έτσι λοιπόν κι εγώ αλητάκο θα φροντίσω να σε περιποιηθώ για την απίστευτη ντροπή και τον εξευτελισμό που μου προκάλεσες μπροστά στην… μαρίδα συναδέλφων. Θα φροντίσω μέχρι να κλείσεις τα μάτια σου, μέχρι ν’αφήσεις την τελευταία σου πνοή σε τούτο το μάταιο κόσμο, να με θυμάσαι ως την πιο δυνατή, την πιο βίαιη κι άγρια ‘σύλληψη’ του παρελθόντος σου.
Coming up next: Inquisitor Generalis pt3