In – formation
μαθηματικά… ? [μαθη] ματι [κά] → μάτι μαθημα [τικά] →μάθημα μαθη [μα] τικά →μαθητικά μα [θη] μα [τικά] →μαμά →μάτι: μου, συνείδηση – NCC, the eye of the beholder→μάθημα: εκπαίδευση, διαδικασία – process→μαθητικά: χρόνια, νοητική εμπειρία (M)e, ανάμνηση – memory→μαμά: πληροφορία, In – formation