Μην το κοιτάς το άγνωστο μπροστά σου Προμηθέα.
Δεν είναι για τα μάτια σου όλη ετούτη η θέα.
Δουλειά καμιά δεν έχεις με αυτό, μήτε και κάνετε παρέα.
Μην το κοιτάς το πρόβλημα, δεν καθορίζει τη ροή όπως η Ρέα.
Μην τον κοιτάς τον βόρβορο, είναι γεμάτος αμαρτία.
Ένα σαράκι λάσπης αναμνήσεων αυτός, που πνίγεται στη δυσοσμία.
Η έσχατη ηθική κατάπτωση, η πλήρης ανομία.
Μην το κοιτάς και φθείρεσαι, είναι μονάχα διαφθορά.
Το βλέμμα σου εκεί μέσα χάνεται στου απείρου τη φορά.
Μην το κοιτάς το άθλιο μπροστά σου Προμηθέα
Είναι από σπόντα άτιμο, δεν ήταν γέννα ωραία.
Οργή Θεού θυμήσου το, το πύρινο σπαθί μου.
Οργή Θεού θυμήσου το, η μαύρη πεταλούδα.
Οργή Θεού θυμήσου το, για τον προδότη Ιούδα.
Οργή Θεού θυμήσου το, γιά κείνον το φιλί Μου.
Μια δίνη αφόρητη θυμίζει η θωριά Μου.
Μ’αυτήν υφαίνεται η νέα φορεσιά Μου.
Μην το κοιτάς λοιπόν το άγριο, μη δίνεις σημασία.
Την πλάτη γύρνα σε αυτό, κι ας το να μένεται μες την ανυπαρξία.
Με φόβο τρέφεται, με της καρδιάς τον χτύπο,
με του μυαλού την ταραχή, την παραζάλη της ψυχής σου.
Μάταιος πλάνος τόπος είναι το κακό.
Μαντάτο άσχημο έχει για ριζικό.
Δεν έχει τάξη πουθενά, δεν πιάνεται για φίλος.
Γελάει, το άθλιο, όταν πονά.
Ακαθαρσίες βγάζει όταν γεννά τού Άδη ο μαύρος σκύλος.
Μην το κοιτάς το δόλιο μπροστά σου Προμηθέα.
Λαβύρινθος Θεού θυμήσου το, είν’των ματιών Μου η θέα.
Με της φωτιάς τη δύναμη, και του σφυριού το σθένος,
σ’αμώνι πάνω χτίζονται κολάσεις μες το μένος.
Ο αμνός που ήξερε καλά ο κόσμος, μακάριος πιάστηκε κι αγνός στη φάκα.
Απ’τον σφαγμένο του λαιμό το αίμα βγήκε πορφυρό, μα μαύρισε στη θράκα.
Τον βίαιο θάνατό του αποκάλεσαν μυών τροφή, οι ηλίθιοι όπως πάντα έχουν πλάκα.
Η λογική εν τέλει κάρβουνο έγινε στη σούβλα όπως γυρνούσε.
Κανένας όμως δεν λογάριασε το ΜΑΤΙ τού εφιάλτη που κοιτούσε.
Όλες τις αμαρτίες που’βλεπε στα πέρατα να φεύγουν,
τον ουρανό Μου κάναν μαύρα τέρατα,
όλα τα αγκάθια της κεφαλής Μου τράγου κέρατα!
Coming up next: The Sky Moves Sideways